Δέντρα Κυθήρων

Τα δέντρα κατέχουν διαχρονικά σημαντική θέση στον ανθρώπινο πολιτισμό, και κατ’επέκταση σε νησιωτικά περιβάλλοντα όπως των Κυθήρων, που ενώ συχνά επιβίωναν διά μέσου των αιώνων, συνδυάζοντας την ύπαρξή τους με σημαντικές πτυχές της τοπικής ανθρωπογεωγραφίας. Αρκεί και μόνο να αναλογιστούμε διαχρονικά τον ρόλο της ελιάς στην εξέλιξη της τοπικής κοινωνίας, για να κατανοήσουμε την σπουδαιότητα της ύπαρξής τους. Ακόμη μέχρι και σήμερα συναντάμε αιωνόβια δέντρα μάρτυρες σημαντικών γεγονότων, αφηγητές μύθων και παραδόσεων του νησιού, καθώς και φορείς γνώσεων που αφορούν την φύση του νησιού.

Χαρουπιά κυθηρα

Χαρουπιά

Η χαρουπιά είναι δέντρο μακρόβιο, πολύγαμο, μόνοικο ή δίοικο, ιθαγενές της Μεσογείου. Έχει φλοιό καστανόφαιο, λεπτό, κόμη πυκνή, συνήθως σφαιρική, φύλλα πτερωτά με 4 – 10 φυλλάρια ακέραια, δερματώδη, βαθυπράσινα και γυαλιστερά από πάνω, ωχροπράσινα από κάτω, άνθη με βαριά οσμή, χωρίς πέταλα, μικρά, σε μασχαλιαίους ή πλευρικούς κοκκινωπούς βότρυες, δίκλινα συνήθως, με κάλυκα μικρό, πρασινωπό, πεντάλοβο, πέντε στήμονες, μακριούς στα αρσενικά άνθη, κοντούς και, κατά κανόνα, άγονους στα θηλυκά ή ερμαφρόδιτα. Μπορεί να φτάσει σε ύψος και τα 13 μέτρα, βρίσκεται σε όχθες ποταμών και παράκτιες περιοχές της Μεσογείου είναι δε γνωστή και με το όνομα ξυλοκερατιά.
Η χαρουπιά είναι είδος δασικό, γεωργικό, βιομηχανικό και καλλωπιστικό. Το ξύλο της δίνει ξυλάνθρακες αρίστης ποιότητας, το καρδιόξυλό της χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία, την ξυλογλυπτική, την τορνευτική και τη βαρελοποιία ενώ ο φλοιός και τα φύλλα της στη βυρσοδεψία και τη βαφική. Τα χαρούπια χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφή και στη παρασκευή οινοπνευματωδών ποτών.


Δέντρα Κύθηρα

Αμυγδαλιά

Είναι δένδρο φυλλοβόλο με ύψος από 4 ως 12 μέτρα, κορμό διαμέτρου μέχρι 30 εκατοστά και φύλλα ελλειψοειδή, λογχοειδή και οδοντωτά. Τα άνθη είναι λευκά ή ροζ, εκπτύσσονται πριν από τα φύλλα και είναι μονήρη ή ανά δύο. Ο κάλυκας και η στεφάνη είναι πενταμερή, οι στήμονες 15-30 και η ωοθήκη μεσοφυής.
Η μη εξημερωμένη αμυγδαλιά εμφανίζεται σε ανασκαφές στην Ελλάδα από το 8.000 π.Χ. έως το 3.000 π.Χ. που γίνεται η εξημέρωση της. Όταν πέθανε ο Αιγύπτιος βασιλιάς Τουταγχαμών γύρω στο 1325 π.Χ. τα αμύγδαλα ήταν μία από τις τροφές που τοποθετήθηκαν στον περίφημο τάφο του για να τον τρέφουν στη μετά θάνατο ζωή του. Στους Έλληνες και τους Πέρσες αναφέρεται σαφώς ως εδώδιμο από τον 6ο π.Χ. αιώνα. Από την Ελλάδα διαδόθηκε στην Ιταλία κατά τον 2ο π.Χ. αιώνα η δε Λατινική ονομασία του αμυγδάλου ήταν nux Graecum δηλαδή ελληνικό καρύδι.
Ο καρπός της αμυγδαλιάς, πρώτα συλλέγεται από το δένδρο με το κατάλληλο τίναγμα από εξειδικευμένα μηχανήματα, μετά αποξηραίνεται στον ήλιο συνήθως για δέκα ημέρες, στη συνέχεια αποφλοιώνεται, και οδηγείται στους σπαστήρες για αποκελύφωση.


Κυπαρίση

Κυπαρίσσι

Είναι δέντρα που φτάνουν σε ύψος τα 30 μέτρα και έχουν σχήμα οβελίσκου. Λίγα είναι τα θαμνώδη είδη που είναι αυτοφυή άγριων βραχωδών περιοχών με απλωμένα κλαδιά που δεν ξεπερνούν σε ύψος τα 7 μέτρα. Είναι δέντρο πολύμορφο και υπάρχει σε πολλές παραλλαγές. Οι πιο σημαντικές είναι δύο: η πυραμιδοειδής παραλλαγή, στην οποία τα κλαδιά του είναι όρθια και λέγεται και αρσενικό κυπαρίσσι, και η oριζοντιόκλαδος παραλλαγή, με οριζόντια απλωτά κλαδιά και πλατιά πλούσια κόμη, που είναι το γνωστό θηλυκό κυπαρίσσι.
Το κυπαρίσσι το κοινό είναι γνωστό από τα πανάρχαια χρόνια. Σύμφωνα με το μύθο την ονομασία του την οφείλει στον Κυπάρισσο από την Κω που τον μεταμόρφωσε ο θεός Απόλλωνας σε δέντρο έτσι ώστε να παραμείνει αθάνατος, μαζί και η θλίψη του μετά από το θάνατο του αγαπημένου του ελαφιού. Έτσι σύμφωνα με αυτή την άποψη έμεινε ως πένθιμο δέντρο και φυτεύετε σε κοιμητήρια.


Συκιά

Συκιά

Είναι ξυλώδες δέντρο πολύ κοινό στην Ασία, στη Μέση Ανατολή και στις Μεσογειακές χώρες. Η καλλιέργειά της εισήχθη και στην Αμερική τον 18ο-19ο αιώνα. Είναι η συκέη ή συκή των αρχαίων. Ευδοκιμεί σε περιοχές με θερμό και δροσερό κλίμα και σε υψόμετρα μέχρι 1700μ. Οι καρποί της τρώγονται νωποί ή ξεροί.
Το δέντρο ήταν γνωστό από τους προϊστορικούς χρόνους. Στην περιοχή του Παρισιού βρέθηκαν απολιθώματα φύλλων και καρπών συκιάς από την Πλειστόκαινο εποχή της Τεταρτογενούς Περιόδου. Αυτό πιστοποιεί ότι το φυτό υπήρχε ήδη από τα προϊστορικά χρόνια στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα στον προϊστορικό οικισμό Πολιόχνη, στο νησί της Λήμνου, έχουν βρεθεί απανθρακωμένα σύκα.
Στον ελλαδικό χώρο καλλιεργείται πριν από την Ομηρική εποχή. Στην αρχαιότητα ήταν ευρέως γνωστή και φημισμένη για την ποιότητά της, η ποικιλία “Βασιλική” η οποία καλλιεργείτο κυρίως στην Αττική. Η συκή, στην αρχαία Ελλάδα σύμβολο της γονιμότητας και του Διονύσου, ένα προσωνύμιο του οποίου ήταν Συκίτης.


Ελιά

Ελιά

Είναι δέντρο αειθαλές, έχει φύλλα αντίθετα, λογχοειδή, δερματώδη, σκουροπράσινα στην άνω επιφάνεια και αργυρόχρωμα στην κάτω. Τα άνθη της είναι λευκωπά, μονοπέταλα και πολύ μικρά, σχηματίζουν ταξιανθία βότρυος και εμφανίζονται προς το τέλος Μαΐου, ενώ ο καρπός ωριμάζει και συλλέγεται κατά τα τέλη του φθινοπώρου και αρχές του χειμώνα.
Η ελιά υπήρξε το σύμβολο της θεάς Αθηνάς. Η ελιά είναι γνωστή από τους αρχαιότατους χρόνους, και πιθανότατα κατάγεται από το χώρο της ανατολικής Μεσογείου. Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική παράδοση, πατρίδα της ελιάς είναι η Αθήνα, και η πρώτη ελιά φυτεύτηκε από την Αθηνά στην Ακρόπολη.
Οι Έλληνες ήταν ο πρώτος λαός που καλλιέργησε την ελιά στον ευρωπαϊκό μεσογειακό χώρο. Την μετέφεραν είτε Έλληνες άποικοι είτε Φοίνικες έμποροι. Όπως αναφέρει ο Πλίνιος, κατά το 580 π.Χ, ούτε το Λάτιο, ούτε η Ισπανία, ούτε η Τύνιδα γνώριζαν την ελιά και την καλλιέργειά της.


Πλάτανος Κυθήρων

Πλάτανος

Πρόκειται για μεγάλα δέντρα, με ύψος που κυμαίνεται από 30 έως 50 μέτρα, φυλλοβόλα (εκτός από το είδος P. kerrii) και συναντώνται στις όχθες ποταμών και γενικά σε υγροτόπους και τοποθεσίες όπου υπάρχει νερό, μπορούν όμως να επιβιώσουν και στην ξηρασία. Το υβριδικό είδος πλάτανος του Λονδίνου προσαρμόζεται χωρίς προβλήματα σε αστικό περιβάλλον, αλλά και γενικά τα περισσότερα είδη.
Στην Ελλάδα, ο πλάτανος είναι επίσης συνδεδεμένος με πολλές παραδόσεις ενώ μεγάλα μακρόβια πλατάνια έχουν μείνει ονομαστά στα πέρατα του χρόνου. Ένα παράδειγμα αποτελεί ο πλάτανος του Ιπποκράτη στην Κω, όπου, με τη συλλογή φύλλων του μαζί με σκόρδο, κυδώνι, σταφύλι και ρόδι δημιουργείται μια αρμαθιά που λέγεται αρκιχρονιά, έθιμο τελούμενο κάθε 1η Σεπτεμβρίου, αρχή του εκκλησιαστικού έτους.
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ο Δίας και η Ήρα παντρεύτηκαν κάτω από ένα πλάτανο κοντά στη Κνωσσό.


Κέδρος κυθήρων

Κέδρος

Ο κέδρος (Cedrus) είναι κωνοφόρο αειθαλές δέντρο που ανήκει στην οικογένεια των Πευκοειδών (Pinaceae).
Ο κέδρος χαρακτηρίζεται από το μεγάλο μέγεθος του κορμού του Τα φύλλα του είναι βελονοειδή και άκαμπτα, ενώ καθένα από αυτά διαθέτει δύο ρητινοφόρους αγωγούς. Το φύλλο ενός κέδρου παραμένει στο δέντρο από 3 ως 6 χρόνια. Οι θηλυκοί κώνοι του κέδρου έχουν πράσινο ή πορφυρό χρώμα. Κέδρους συναντάμε συχνά σε ελατοδάση, διότι οι κέδροι αρχικά παρέχουν τη σκιά που απαιτούν τα έλατα για να μεγαλώσουν κατά τα πρώτα στάδια της ζωής τους. Το ξύλο ενός κέδρου όταν καίγεται δίνει ένα άρωμα, και γι’ αυτό χαρακτηρίζεται και ως αρωματικό δέντρο. Ο κέδρος δεν χρειάζεται πολύ νερό για να αναπτυχθεί, ούτε έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις από το έδαφος.

Compare listings

Compare